Τα γνωστά γεγονότα με τις κινητοποιήσεις των μεταναστών – δουλοπαροικων της Μανωλάδας, και όσα ακολούθησαν με τις κινητοποιήσεις των εργαζομένων από το Μπαγκλαντές στην επιχείρηση «Lady Fashion»  άνοιξαν βαθιά ρωγμή στην εικόνα της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης στην Ελλάδα. Ανάδειξαν την πραγματική διάσταση της ακολουθούμενης ταξικής πολιτικής, στέλνοντας στα σκουπίδια και τα ψέμματα των υπουργών, και τις αυτάρεσκες (υποκριτικές τελικά) δηλώσεις παραγόντων του αστισμού ότι «Ελλάδα είμαστε, υπάρχουν προβλήματα αλλά υπάρχουν και χειρότερα», ανάδειξαν με λίγα λόγια την πραγματική εικόνα της Ελλάδας – χώρας μέλους της Ε.Ε. Όλη η βαρβαρότητα της πολιτικής των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων περνάει κατ’αρχήν πάνω στις πλάτες του πιο αδύναμου  – φοβισμένου κομματιού της ε.τ. της χώρας –τους μετανάστες. Και «Μανωλάδες» υπάρχουν σ’ όλη την Ελλάδα. Πάρ’τε ένα παράδειγμα από τη Θεσσαλονίκη:

Στο νομό Θεσ/νίκης ζουν κι εργάζονται  περίπου 2000 Αιγύπτιοι ως αλιεργάτες στα ψαροκάϊκα της Ν. Μηχανιώνας, Ν.Κρήνης (Καλαμαριά) γενικότερα στα χωριά του Θερμαϊκού κόλπου. Δεν έρχονται παράνομα: το καθεστώς μετάκλησής τους ρυθμίζεται από διακρατική συμφωνία Ελλάδας  -Αιγύπτου που υπογράφτηκε το 1984 και κυρώθηκε με το ν. 1453/1984. Στα πλαίσια της ως άνω σύμβασης οι Αιγύπτιοι υπογράφουν συμβάσεις εξαρτημένης εργασίας με Έλληνες εργοδότες και έρχονται στη χώρα μας να εργαστούν για το διάστημα που συμφωνείται -στη συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων πρόκειται για εποχιακή απασχόληση, μια και η αλιεία απαγορεύεται για κάποιους μήνες του χρόνου. Σημειώστε εδώ ότι ο μεν νόμος ορίζει πως για το καθεστώς των εργασιακών τους σχέσεων ισχύουν οι αντίστοιχες διατάξεις  των συμβαλλόμενων χωρών , η δε σύμβαση που υπογράφουν μιλάει σαφώς για αμοιβή που «δεν δύναται να είναι κατωτέρα από το μηνιαίο μισθό του ανειδίκευτου εργάτη».

Αυτό που μάλλον ήδη ψυλλιαστήκατε ισχύει: οι αμοιβές των Αιγυπτίων είναι ΚΑΤΩ από το μηνιάτικο του ανειδίκευτου -όπως καταγγέλουν το πολύ ν’αγγίξουν τα € 400! (Είναι και γκαντέμηδες: λίγο παραπάνω νά’περναν θα τους έπαιρνε στη ζεστή του αγκάλη ο κ. Τσίπρας..). Αλλά η υπο -πληρωμή τους ΔΕΝ συνιστά μηχανισμό. Συνιστά, θα έλεγε κανένας, παράνομη πραχτική απ’την πλευρά των εργοδοτών, που πρέπει να καταγγελθεί κλπ. κλπ.

Αράχ’τε έχει κι άλλο. Εκεί δηλαδή που επεμβαίνει το κράτος με τους νόμους του για να τσακίσει τη ζωντανή εργασία..

Το 2004 ψηφίστηκε ο ν. 3232 (ΦΕΚ 48/Α/12.2.2004 -όπως βλέπετε πρόκειται για ένα από τους τελευταίους νόμους που έβγαλε το ΠαΣοΚ). Με το νόμο αυτό εντάχτηκαν στην κύρια ασφάλιση του ΟΓΑ περίπου 100,000 μισθωτοί και ανειδίκευτοι εργάτες στον πρωτογενή αγροτικό τομέα. Η ρύθμιση αφορά εργάτες γης, αλιεργάτες, βοσκούς κλπ. οι οποίοι έκτοτε θεωρούνται κατά κύριο επάγγελμα αγρότες. Με μια πρώτη ματιά η ως άνω ρύθμιση είναι ευεργετική για τους εργοδότες καθώς τους απαλάσσει από το κόστος καταβολής των ασφαλιστικών εισφορών στο ΙΚΑ – για όσους και όποτε τις κατέβαλαν. Αλλά η ταξική βαρβαρότητα της ρύθμισης βρίσκεται αλλού: στο ότι θεωρούνται -βάσει νόμου και τα σκυλιά δεμένα -και οι εργάτες γης κλπ. «κατά κύριο επάγγελμα» αγρότες.

Αυτό ξέρετε τί σημαίνει; Ότι μολονότι ΔΕΝ έχουν δικό τους καϊκι, γενικότερα δική τους εκμετάλλευση, μολονότι η φύση της εργασίας τους είναι εξαρτημένη, και μολονότι ο τρόπος που δουλεύουν, τα ωράρια, η φύση της εργασίας τους ρυθμίζεται αποκλειστικά από τον εργοδότη, για τους ίδιους δεν έχουν θέση εφαρμογής οι διατάξεις του εργατικού δικαίου. Μ’άλλα λόγια ούτε αποζημίωση υπερωρίας δικαιούνται, ούτε ένσημα, ούτε Κυριακές και αργίες, ούτε καν αποζημίωση απόλυσης. Πρόκειται για ένα κομμάτι της ε.τ. της χώρας μας ολοκληρωτικά στο έλεος της κερδοφορίας των εργοδοτών!

Ανεμπόδιστα επομένως κάθε καϊκτσής μπορεί να ξεζουμίζει το αλλοδαπό πλήρωμά του και 18 ώρες την ημέρα, βάζοντάς τους να κάνουν ό,τι δουλειά πάνω στο καϊκι θέλει, πληρώνοντάς τους όσο θέλει και..στην παραμικρή κουβέντα από κάτω να απαντάει με απολύσεις: απολύσεις που σε άλλη περίπτωση θα ήταν παράνομες, αλλά για τους «κατ’επάγγελμα αγρότες» κάτι τέτοιο δεν προβλέπεται – είναι όλοι «αφεντικά» προφανώς.

Βάλ’τε σαν κερασάκι στην τούρτα και κάτι κυκλώματα που διαχειρίζονται μέσα από τις Περιφέρειες τις διαδικασίες μετάκλησής τους και ιδού η εικόνα: το ελληνικό κράτος έχει στήσει με τον πιο τέλειο τρόπο τη μηχανή εκμετάλλευσης – με όρους γαλέρας – ενός κομματιού της εργατικής τάξης, το οποίο δεν έχει φωνή και δεν μπορεί να βρει το δίκιο του, με όρους έστω κειμένων νόμων.

Ίσως οι πιο παρατηρητικοί να έχετε κάποια ένσταση: «ναι ρε φίλε, αλλά το ίδιο ισχύει για όλους τους εργάτες γης, Έλληνες και ξένους». Προφανώς. Δεν στέκομαι στη ρατσιστική πλευρά του ζητήματος. Μόνο που αν οι 100,000 που αφορά συνολικά η πιο πάνω ρύθμιση ήταν Έλληνες θα είχαν σηκωθεί ήδη από το 2004 οι πέτρες. Βλέπετε οι ελληνικές κυβερνήσεις ξέρουν πολύ καλά τί γίνεται: ξέρουν ότι στα χωράφια, τα καϊκια, τα θερμοκήπια κλπ. δουλεύουν κατά 90%+ αλλοδαποί εργαζόμενοι. Ξέρουν ότι από αυτούς, περιτπώσεις όπως των Αιγυπτίων που «καλύπτονται» από διακρατική σύμβαση είναι μειοψηφία. Και ξέρουν ότι μ’αυτό τον απάνθρωπο τρόπο χτίζουν συμμαχία με τους μικρούς ή μεγάλους τσιφλικάδες της χώρας: οι καϊκτσήδες της Κρήνης λέει, έχτισαν μικρούς στόλους τα τελευταία χρόνια μ’αυτά και μ’αυτά, όταν δε έρχεται ο Πρωθυπουργός στη Θεσσαλονίκη, καμαρώνουν ότι πάνω στα δικά τους καράβια κάνει τη θριαμβική του είσοδο στην πλατεία Αριστοτέλους (αν θυμάστε από τις τηλεοράσεις δηαλδή, πώς έρχονται στις προεκλογικές τους ομιλίες..).   

Έχουμε και λέμε λοιπόν: 1) η διακρατική συμφωνία που, με ευθύνη και της Αιγυπτιακής κυβέρνησης, στέλνει στην Ελλάδα σύγχρονους δούλους 2) η ελληνική νομοθεσία που απαλείφει κάθε δικαίωμα για τους εργαζόμενους στον πρωτογενή τομέα της αγροτικής παραγωγής, και αναπόφευκτα : 3) η σχεδόν απόλυτη προτίμηση των Ελλήνων μεγαλοαγροτών σε αλλοδαπούς εργαζόμενους.

Όχι. Το ζήτημα δεν είναι ότι «παίρνουν δουλειές». Το ζήτημα είναι ότι οι καπιταλιστές και το κράτος τους, τους κλέβουν με τον πιο βάρβαρο τρόπο. Δεν είναι ζήτημα «αντιρατσισμού». Είναι ζήτημα βαθιά ταξικό, πώς μεγεθύνεται η καπιταλιστική κερδοφορία. Και παράλληλα πως αυτό δεν βγαίνει προς τα έξω: χωρίς καμιά νομική κάλυψη, με την προσωρινότητα της παραμονής τους εδώ, οι εργαζόμενοι αυτοί κυριολεχτικά σκύβουν το κεφάλι και υπομένουν.

Αν και, για να γυρίσω στη Μανωλάδα, φαίνεται ότι τα όρια της υπομονής έχουν εξαντληθεί..